- Πλειστοάναξ ή Πλειστώναξ
- Βασιλιάς της Σπάρτης, από το γένος των Αγιδών, γιος του Παυσανία, νικητή της μάχης των Πλαταιών. Ανήλικος ακόμη διαδέχτηκε τον βασιλιά Πλείσταρχο, το 458 π.Χ., και είχε επίτροπο τον θείο του Νικομήδη. Το 446, κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, είχε εκστρατεύσει εναντίον της Αθήνας, και λεηλάτησε την Αττική. Για τη γρήγορη αυτή επιστροφή του κατηγορήθηκε για δωροδοκία και καταδικάστηκε σε μεγάλο πρόστιμο, αλλά επειδή δεν είχε να το πληρώσει αυτοεξορίστηκε στην Αρκαδία. Έπειτα από 19 χρόνια εξορίας, αναγκάστηκαν να τον ανακαλέσουν και οργάνωσαν προς τιμήν του χορούς και θυσίες. Τον κατηγόρησαν όμως και πάλι ότι, μαζί με τον αδελφό του Αριστοκλή, είχαν πείσει την Πυθία να δώσει στους Λακεδαιμόνιους, που είχαν πάει πολλές φορές να ρωτήσουν το Μαντείο, τον εξής χρησμό: «Να ξαναφέρουν στην πατρίδα τους από τη ξένη γη το σπέρμα του ημίθεου γιου του Δία ή θα καλλιεργήσουν τη γη με ασημένιο άροτρο». Ο Π. ήταν Ηρακλείδης, και ως απόγονος του Ηρακλή είχε «ημίθεου σπέρμα». Αν δεν τον έφερναν θα γινόταν σιτοδεία, και θα στοίχιζε τόσο πολύ το σιτάρι, ώστε θα ήταν σαν να καλλιεργούσαν τη γη με ασημένια άροτρα.
Dictionary of Greek. 2013.